ΜΕΛΕΑΓΡΟΣ ΚΑΙ ΑΤΑΛΑΝΤΗ
Στην πόλη Καλυδώνα της Αιτωλίας ζούσε ο βασιλιάς Οινέας με
την σύζυγο του Αλθαία. Η Αλθαία ήταν αδερφή της αρχέγονης γυναίκας Λήδας και
κόρη του βασιλιά Θέστιου και της Ερυθέμιδας από την Αιτωλία. Οι μολόχες των
βάλτων πήραν το όνομα τους από την Αλθαία. Ο βασιλιάς Οινέας ήταν απόγονος του
Ενδυμίωνα και της Προνόης, γιος του Πορθάωνα και της Ευρύτης. Σύμφωνα με
μια άλλη γενεαλογία καταγόταν από τον Δευκαλίωνα.
Ο Οινέας καλλιέργησε πρώτος το αμπέλι. Ο βοσκός του ο Στάφυλος μια
μέρα παρατήρησε πως από το κοπάδι εξαφανιζόταν ένα τραγί και όταν επέστρεφε
ήταν πάντα χορτάτο. Το παρακολούθησε λοιπόν και το βρήκε να τρώει γλυκά
σταφύλια από ένα αμπέλι. Έτσι έδωσαν στο σταφύλι το όνομα του βοσκού. Την χρήση
του κρασιού την διδάχτηκε από τον Διόνυσο, ως αντάλλαγμα της
φιλοξενίας που δέχτηκε στο σπίτι του. Πρόσθεταν επίσης πως δεν επισκέφτηκε το
παλάτι για να συναντήσει τον Οινέα, αλλά την βασίλισσα Αλθαία.
Ο Οινέας που κατάλαβε τις διαθέσεις του θεού, έφυγε από την πόλη και
πήγε να θυσιάσει στην εξοχή. Η Αλθαία ενώθηκε με τον Διόνυσο και
γέννησε μια κόρη, την Δηιάνειρα, που το όνομα της ήταν παρθένα εχθρική προς
τους άνδρες και καταστροφική γυναίκα. Αργότερα η Αλθαία θα κάνει
πολλά παιδιά και με τον Οινέα. Ο πιο σπουδαίος είναι ο Μελέαγρος. Γι
αυτόν έλεγαν πως την νύχτα που κοιμήθηκε με τον Οινέα είχε κάνει έρωτα και με
τον Άρη. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει πως ο Μελέαγρος δεν
είχε θεϊκή καταγωγή.
Το βρέφος δεν είχε φτάσει ακόμα την έβδομη μέρα της ζωής του, όταν
οι τρεις Μοίρες εμφανίστηκαν στο παλάτι, για να το μοιράνουν. Η Κλωθώ είπε πως
θα έχει ανώτερη ψυχή, η Λάχεση πως θα είναι ανδρείος και η Άτροπος βλέποντας
ένα δαυλό που ήταν αναμμένο στο τζάκι μοιραίνει και λέει: «ο Μελέαγρος θα ζήσει
τόσο όσο να καεί τελείως αυτός ο δαυλός». Στα λόγια αυτά η Αλθαία τρόμαξε.
Πήδηξε από το κρεβάτι, έβγαλε τον δαυλό από την φωτιά και το έκρυψε μέσα σε μια
κασέλα, για να διαφυλάξει τη ζωή του γιου της. Τα χρόνια περνούσαν και ο
Μελέαγρος μεγάλωνε και δυνάμωνε κάθε μέρα σε δύναμη και θάρρος.
Κατά τους μυθογράφους της
νεότερης εποχής μαθαίνουμε πως στο κυνήγι του κάπρου πήρε μέρος και μια όμορφη
παρθένα η Αταλάντη. Η Αταλάντη ήταν κόρη του Αρκάδιου Ίασου ή του Βοιωτού
Σχοινέα. Ο πατέρας της που επιθυμούσε αγόρι, όταν γεννήθηκε την παραπέταξε στην
οροσειρά Παρθένιον. Εκεί την βύζαξε μια αρκούδα και έτσι μπήκε στον κύκλο της
Άρτεμης. Την ανατροφή της, την ανέλαβαν οι κυνηγοί του βουνού. Όταν
μεγάλωσε επέστρεψε στο σπίτι της, αλλά ο πατέρας της ήθελε να την
παντρέψει και ανέβηκε πάλι στα βουνά. Τις παρέες των αγοριών
της απέφευγε και από την ιδέα του γάμου έμενε μακρυά.
Από τον έρωτα όμως
δεν μπόρεσε να γλυτώσει, όπως δεν τα είχε καταφέρει ούτε η Άρτεμις. Η
ομορφιά της είχε ανεβάσει στο βουνό πολλούς επίδοξους μνηστήρες. Ο όρος που
είχε επιβάλλει όμως στους μνηστήρες για να παντρευτεί τους είχε δυσκολέψει
πολύ. Αυτός που θα κατάφερνε να παραβγεί μαζί της στο τρέξιμο, θα την
παντρευόταν. Όποιος δεν τα κατάφερνε θα έπεφτε νεκρός από τα βέλη
της. Στον αγώνα έτρεχε γυμνή και κανείς δεν μπορούσε να αντισταθεί στην
ομορφιά της. Μέρος στον αγώνα πήρε και ένας ακόλουθος του Ποσειδώνα, ο ωραίος
νέος Ιππομένης, που το όνομα του σημαίνει «το μένος του αλόγου». Η θεά Αφροδίτη
του χάρισε τρία χρυσά μήλα, κομμένα από το στεφάνι του Διονύσου, για να
κερδίσει τον αγώνα. Καθώς έτρεχαν ο Ιππομένης άφηνε τα μήλα να πέφτουν μπροστά
στα πόδια της Αταλάντης. Αυτή θαμπωμένη από την λάμψη τους, σταμάτησε να τα
πιάσει. Έτσι ο μνηστήρας πέτυχε τον σκοπό του. Η Αταλάντη τον ακολούθησε σε ένα
σκοτεινό άλσος. Εκεί βρισκόταν κρυμμένο ένα ιερό της Μεγάλης Μητέρας. Ενώθηκε
μαζί του και η θεά οργισμένη για την προσβολή, τους μεταμόρφωσε σε ζευγάρι
λιονταριών και τους έζεψε στην άμαξα της. Η μεταμόρφωση αυτή συμβολίζει την
αιώνια αγνότητα.
Όταν έγινε γνωστό στους ήρωες πως στο κυνήγι θα πάρει μέρος και
μια γυναίκα αναστατώθηκαν. Ποτέ καμιά γυναίκα δεν είχε πάρει μέρος σε κυνήγι με
άνδρες. Εννιά μέρες φιλοξενούσε ο Οινέας τους ήρωες στην κατοικία του. Ο
Μελέαγρος γοητευμένος από την ομορφιά της Αταλάντης της έστειλε
προξενιά και τότε ξεκίνησε το κυνήγι. Ο Αγκαίος, ήταν από αυτούς που
αντιστάθηκε πιο πολύ και έπεσε θύμα του κάπρου. Ο Πηλέας σκότωσε με το
σπαθί του από απροσεξία, τον πεθερό του Ευρυτίωνα. Πολλοί σκοτώθηκαν
από τον κάπρο, η ατυχία όμως ήρθε στο τέλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου