Η Αρχαία Δίολκος
αποτελεί έναν πρόδρομο του σιδηρόδρομου, ίσως τον αρχαιότερο γνωστό τροχιόδρομο
του κόσμου. Είναι τμήμα λιθόστρωτου δρόμου που χρησιμοποιείτο για την μεταφορά
των πλοίων δια ξηράς, ένα από τα σημαντικότερα έργα της μηχανικής των αρχαίων
Ελλήνων. Ο Δίολκος ένωνε τα δύο μεγάλα
λιμάνια που υπήρχαν στην αρχαιότητα, τις Κεγχρεές (Σαρωνικός κόλπος) και το
Λέχαιον (Κορινθιακός κόλπος). Σκοπός της κατασκευής του ήταν να αποφεύγουν τα
πλοία τον περίπλου της Πελοποννήσου και την επικινδυνότητα που αντιμετώπιζαν οι
ναυτικοί στον μανιασμένο κάβο του Μαλέα.

Με το Δίολκο και
τη διίσθμιση των πλοίων, η εμπορική κίνηση στην Κόρινθο ήταν αρκετά μεγάλη. Τα
πανάκριβα τέλη (διόδια) που καταβάλλονταν στην Κόρινθο ήταν και το πιο
σημαντικό έσοδο της πόλης. Αυτό επέτρεψε στους Κορίνθιους να αποκτήσουν χρήμα
και ισχύ και να αναδειχθεί η Κόρινθος σε ένα σπουδαίο ναυτικό, εμπορικό και
πολιτιστικό κέντρο. Η λειτουργία του Δίολκου βοήθησε επίσης τη Κόρινθο να
αποκτήσει και ένα επιπλέον στρατηγικό ρόλο τη εποχή εκείνη. Οι υπάρχουσες
αναφορές για υπερισθμίσεις, ξεκινούν από το 428 π.κ.χ., όπου ο Θουκυδίδης
αναφέρει ότι Σπαρτιάτες πέρασαν στόλο από τον Κορινθιακό «ες την προς Αθήναις
θάλασσα». Οι αρχαίοι συγγραφείς θεωρούσαν δεδομένη την ύπαρξη του Δίολκου. Σε
όσα κείμενα έχουν σωθεί, δεν δίνοντε πληροφορίες για τον τρόπο κατασκευής ή τη
λειτουργία του. Η κυρίως πορεία του Δίολκου είχε από την αρχαιότητα δεχθεί μία
προσθήκη ενός ορθογώνιου δαπέδου, με τοιχία στις τρεις πλευρές του.
Δεν είναι γνωστό
με ποιον ακριβώς τρόπο τα πλοία περνούσαν τη μια θάλασσα στην άλλη.
Μια πιθανή διαδικασία είναι η εξής:
- Τα ξεφόρτωναν σ' ένα από τα δύο λιμάνια της Κορίνθου, Λέχαιο ή Κεγχρεές και παρελάμβαναν το φορτίο που μεταφερόταν δια ξηράς, στο άλλο λιμάνι.
- Ύστερα, το πλοίο το έσερναν από τη θάλασσα και το στήριζαν πάνω σε ξύλινους κυλίνδρους.
- Στη συνέχεια το τοποθετούσαν επάνω σε τροχοφόρο όχημα και το μετέφεραν, πιθανότατα με την βοήθεια δούλων αλλά και ζώων, στο άλλο άκρο του Δίολκου.
- Τέλος, το έριχναν πάλι στη θάλασσα, φόρτωναν το εμπόρευμα και το πλοίο συνέχιζε το ταξίδι του για τα λιμάνια της Ανατολής ή της Δύσης.
Η ανασκαφή του μνημείου έγινε το 1956-1959 από την αρχαιολογική Υπηρεσία με αρχαιολόγο τον Νίκο Βερδελή και συνεχίστηκε κατά τα έτη 1960-1969 από τον ίδιο ανασκαφέα με δαπάνη της Αρχαιολογικής Εταιρίας.
Σήμερα, η διάβρωση
έχει περάσει πάνω από ένα μεγάλο τμήμα του μνημείου. Οι κυματισμοί εξακολουθούν
να ταλαιπωρούν το ήδη βυθισμένο και να διαβρώνουν το «υγιές» τμήμα του
μνημείου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου