Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012

Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΙΚΕΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ


     Η ικεσία στην αρχαία Ελλάδα ήταν πολύ σημαντικός θεσμός. Ο ικέτης ήταν υπό την προστασία του Ικέσιου Δία και με ηθικό άγραφο νόμο προστατευόταν. Ο ικέτης συνήθως ήταν παραβάτης κάποιου πολιτικού ή ηθικού νόμου. Για ασυλία προσέτρεχε στον βωμό ενός ναού ή στην εστία του σπιτιού ενός ισχυρού άνδρα. Στο χέρι του κρατούσε ως σύμβολο της δυστυχής του θέσης ένα κλαδί ελιάς, περιτυλιγμένο με άσπρο μαλλί προβάτου, την Ικετηρία. Το κλαδί το τοποθετούσε πάνω στον βωμό του ναού και παρέμενε εκεί όσο εκκρεμούσε η αίτηση για ικεσία. Όταν ο άρχων της πόλης αποδεχόταν την αίτηση, ο ικέτης έπαιρνε από το βωμό το κλαδί και έφευγε, περιμένοντας συνήθως να εκδικαστεί η υπόθεσή του από κάποιο δικαστήριο. Στην περίπτωση που ζητούσε προστασία από κάποιον ισχυρό άνδρα, τοποθετούσε την ικετηρία στην εστία του σπιτιού του ικετευόμενου και καθόταν εκεί μέχρι ο οικοδεσπότης να δεχτεί την ικεσία.


     Όταν ο οικοδεσπότης δυσκολευόταν να προσφέρει ασυλία, ο ικέτης απελπισμένος γονάτιζε μπροστά του και τον ικέτευε στο όνομα του πατέρα του, της μητέρας του και των παιδιών του, για να τον σώσει. Αξιοσημείωτη είναι η ικεσία του Θεμιστοκλή προς τον Άδμητο, τον βασιλιά των Μολοσσών [Θουκ. Α΄136]. Για να δεχτεί ο Άδμητος να δώσει ασυλία στον Θεμιστοκλή, η γυναίκα του βασιλιά, του πρότεινε να κάτσει δίπλα στην εστία και να πάρει στην αγκαλιά του, το μικρό παιδί του Άδμητου.

     Σε κάποιες περιπτώσεις ο ικέτης για να συγκινήσει περισσότερο τον ικετευόμενο, γονατιστός άγγιζε τα γένια και τα γόνατα του και φιλούσε τα χέρια του. Τέτοιες σκηνές μας  περιγράφει ο Όμηρος στην Ιλιάδα :

     [Ραψ. Α΄στιχ. 500] Η Θέτιδα ανεβαίνει στον Όλυμπο για χάρη του γιου της Αχιλλέα  και ικευτεύει τον Δια να τιμήσει τον γιο της, που τον ατίμασε ο Αγαμέμνονας παίρνοντας του το πολεμικό γέρας. Κάθεται λοιπόν δίπλα του και με το αριστερό της χέρι πιάνει τα γόνατα του και με το άλλο το πιγούνι.  

     [Ραψ. Ω' στιχ. 477] Ο Πρίαμος, ο πατέρας του Έκτορα, θα τρέξει κρυφά στο στρατόπεδο των Αχαιών, να συναντήσει τον Αχιλλέα. Θα πέσει στα γόνατα και θα αγκαλιάσει τα πόδια του φονιά του γιού του, εκλιπαρώντας τον να του παραδώσει το νεκρό σώμα του Έκτορα. Ο Αχιλλέας θα φερθεί με σεβασμό στον βασιλιά Πρίαμο. Θα προστάξει τις δούλες να πλύνουν τον νεκρό και θα ζητήσει από τον Πρίαμο να δειπνήσει μαζί του. Έπειτα θα του στρώσει να κοιμηθεί στην σκηνή και θα του υποσχεθεί ενδεκαήμερη ανακωχή, για να τιμήσει τον νεκρό Έκτορα.

     Ο Ευριπίδης στις «Ικέτιδες» μας παρουσιάζει το δράμα των μανάδων, των επτά νεκρών στρατηγών του Άργους. Οι Θηβαίοι είχαν απαγορεύσει στους Αργείους να παραλάβουν τα νεκρά σώματα των στρατηγών τους. Έτσι αποφάσισαν οι μάνες τους, μαζί με τον βασιλιά του Άργους Άδραστο, να απευθυνθούν για βοήθεια στους Αθηναίους. Βρίσκουν την μάνα του Θησέα Αίθρα, σ’ ένα ιερό στην Ελευσίνα και την ικετεύουν να πείσει τον γιό της να συμβάλει στην ικανοποίηση του αιτήματός τους. Ο Θησέας που καταφτάνει στην Ελευσίνα μετά από απαίτηση της μητέρας του, αρνείται αρχικά να βοηθήσει τον Άδραστο, που ασύνετα οδήγησε τη χώρα του σε πόλεμο. Καταφέρνει τελικά η μάνα του και τον πείθει να βοηθήσει. Με την σειρά του πείθει και αυτός τους Αθηναίους και ετοιμάζει τον στρατό του, σε περίπτωση που οι Θηβαίοι αρνηθούν να του δώσουν τους νεκρούς. Ο Θηβαίος αντιπρόσωπος που έχει συναντήσει τον Θησέα, του μεταφέρει με θράσος τις αλαζονικές απαιτήσεις της Θήβας. Ο πόλεμος μεταξύ τους φαίνεται αναπόφευκτος. Οι Αθηναίοι κερδίζουν και παίρνουν από την Θήβα τους νεκρούς Αργείους. Ο Θησέας καίει τα σώματα και παραδίδει την τέφρα στους γονείς και στα παιδιά τους.


     Κάποιοι κατέφευγαν να ικετεύουν στους πατρώους τάφους του ικετευόμενου. Οι Πλαταιείς όταν κινδύνευαν να θανατωθούν από τους Λακεδαιμόνιους εκεί προσέφυγαν: «μες τε, ς πρέπον μν κα ς χρεία προάγει, ατούμεθα μς, θεος τος μοβωμίους κα κοινος τν λλήνων πιβοώμενοι, πεσαι τάδε· προφερόμενοι ρκους ος ο πατέρες μν μοσαν μ μνημονεν κέται γιγνόμεθα μν τν πατρων τάφων ...» [Θουκ. Γ΄ 59].

     Το σημαντικό στο θεσμό της ικεσίας ήταν ότι ο ικετευόμενος δεν μπορούσε να αρνηθεί να δώσει άσυλο, γιατί έτσι θα προκαλούσε την οργή των Θεών. Μόλις γινόταν δεκτή η αίτηση του ικέτη, θεωρούνταν ιερός και απαραβίαστος. Μπορούσε να εξέλθει από το ναό ή την οικία παίρνοντας μαζί του την ικετηρία. Κανείς δεν μπορούσε πλέον να τον βλάψει, μιας και αυτό θα προκαλούσε την μήνη των Θεών, το λεγόμενο «άγος».

     Γνωστό είναι το Κυλώνιο άγος [Θουκ. Α’126]. Όταν ο Κύλων προσπάθησε να καταλάβει την Ακρόπολη για να πάρει την εξουσία και δεν τα κατάφερε, διέφυγε από την Αθήνα μαζί με τον αδερφό του. Οι οπαδοί του κατέφυγαν ικέτες στον βωμό της Αθηνάς. Οι αντίπαλοι τους είχαν υποσχεθεί ότι δεν θα τους κακοποιήσουν, αφού όμως τους απομάκρυναν από τον ναό, τους φόνευσαν. Τότε ξέσπασε ένας τρομερός λοιμός στην Αθήνα και κάλεσαν τον Επιμενίδη από την Φαιστό (φημισμένο εξαγνιστή) να καθαρίσει το «Κυλώνειο άγος». Χρησιμοποιώντας κλαδιά ελιάς εξάγνισε την πόλη και οι Αθηναίοι για να τον ευχαριστήσουν θέλησαν να του προσφέρουν δώρα. Αυτός ζήτησε μονάχα ένα κλαδί από την Ιερή ελιά και έφυγε.

     [Θουκ. Α΄128] Οι Λακεδαιμόνιοι όταν φόνευσαν τους είλωτες ικέτες του Ποσειδώνα στο Ταίναρο, εξόργισαν τον Θεό και προκάλεσε μεγάλος σεισμός στην Σπάρτη.

      Η Ιλιάδα ξεκινάει με την ικεσία του Χρυσή (Ιερέα του Απόλλωνα) προς τον Αγαμέμνονα. Ο Χρυσής ικετεύει τους Αχαιούς, να σεβαστούν τον Απόλλωνα, να δεχτούν τα λύτρα που τους δίνει και να του παραδώσουν την κόρη του Χρυσηίδα, που την κρατάνε ως πολεμικό γέρας. Όλοι συμφωνήσανε να σεβαστούν τον Iερέα και να δεχτούν τα λύτρα, εκτός από τον Αγαμέμνονα, που με απειλές τον έδιωξε. Σιωπηλός και υπάκουος αποχώρησε από το στρατόπεδο των Αχαιών, μα ικέτευσε τον Απόλλωνα να τιμωρήσει τους Δαναούς. Ο Απόλλωνας εισάκουσε τις παρεκκλίσεις του Ιερέα του και θέρισε με τα θεϊκά του βέλη τον στρατό.

     Οι Δαναΐδες για να γλυτώσουν το γάμο που τους επέβαλλε ο Αίγυπτος αυθαίρετα με τους γιούς του, κατέφυγαν ικέτιδες στο Άργος [Αισχ. Ικέτιδες]. Ο βασιλιάς του Άργους έδειξε διστακτικός στην αρχή να τις δεχτεί. Η ασυλία που θα τους παρείχε γνώριζε πως θα έβαζε σε κίνδυνο την πόλη του. Οι κόρες του Δαναού τον απείλησαν ότι εφόσον αρνηθεί την ικεσία τους, θα αυτοχειριαστούν. Ο βασιλιάς φοβήθηκε ότι η πράξη τους αυτή θα μιάνει το Άργος. Πρόσταξε λοιπόν τον πατέρας τους, τον Δαναό να γεμίσει με ικετηρίες τους ναούς της πόλης, ώστε να εξασφαλιστεί η συγκατάθεση των Αργειτών. Οι Αργείοι τελικά πείστηκαν και έδωσαν άσυλο στην Δαναΐδες.

     Το «άγος» δεν επιβάρυνε μόνο αυτόν που το διέπραττε, αλλά και τους απογόνους του, που τους αποκαλούσαν «αγιείς και αλιτήριους». Πίστευαν ακόμα ότι στην χώρα που παρέμεναν, προκαλούσαν πολλά δεινά και καταστροφές.

    Ο Σοφοκλής ξεκινάει την τραγωδία του «Οιδίπους Τύραννος» με μία ομάδα νεαρών ικετών, που μαζί με τον Ιερέα του Διός έχουν πάει να καταθέσουν τις ικετηρίες τους στον βωμό των ανακτόρων. Την ίδια στιγμή ο υπόλοιπος κόσμος της Θήβας έχει μαζευτεί στους ναούς της πόλης και κάνουν ικεσίες στους Θεούς. Ο λόγος της ταυτόχρονης ικεσίας στον βασιλιά και στους Θεούς είναι ο φοβερός λοιμός που θερίζει την πόλη. Ο βασιλιάς Οιδίποδας ζήτησε από το μαντείο των Δελφών χρησμό, για να μάθει την αιτία του κακού. Ο χρησμός του φανέρωσε ότι αιτία του λοιμού είναι ένα μίασμα που υπάρχει στην χώρα, ο φονιάς του Λάιου. Ο Λάιος ήταν βασιλιάς της Θήβας, πριν από τον Οιδίποδα, που τον δολοφόνησαν ληστές καθώς πήγαινε στο μαντείο των Δελφών. Ο Οιδίποδας τους υποσχέθηκε ότι θα βρει τον φονιά και πρόσταξε τους ικέτες να φύγουν παίρνοντας μαζί τους τις ικετηρίες τους.


     Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε πως οι χριστιανοί ικέτες, ουδεμία σχέση έχουν με τους αρχαίους Έλληνες ικέτες. Ο χριστιανός προστρέχει στους Ναούς του για να εκπληρωθούν οι πόθοι του ή για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες του, με την ελπίδα μιας καλύτερης  αντιμετώπισης του σε μεταθανάτια ζωή. Στην Αρχαία Ελλάδα ο Ικέτης προστρέχει στους Ναούς για να ζητήσει προστασία – ασυλία, για να ξεφύγει από την οργή του πλήθους ή των συγγενών (εάν διέπραξε έγκλημα) που τον καταδίωκε. Γνωρίζει ότι δεν θα συγχωρεθούν τα αδικήματα του αλλά θα δικαστεί από τις  αρμόδιες αρχές. Σε αντίθεση με τους χριστιανούς, που μέχρι και τον 20ον αι. πίστευαν πως με την αγορά συγχωροχαρτιών θα διαγράφονταν τα αδικήματά τους και θα κέρδιζαν μια θέση στον παράδεισο. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου